«Η γη κι η θάλασσα μητέρα ενώνουν τους ανθρώπους» – Τίτος Πατρίκιος
Μια ανάρτηση αφιερωμένη στις μάνες και στους πατεράδες που αποχαιρετούν, με ανάμικτα συναισθήματα χαράς και φόβου, τα παιδιά τους που φεύγουν από την οικογενειακή εστία για σπουδές ή δουλειά, ανοίγοντας πια τα δικά τους φτερά:

"Ελευθερία" από την πολυαγαπημένη Josephine Wall, που αγκαλιάζει με τα έργα της άλλη μια ανάρτηση αυτού του ιστολογίου.
Α, μητέρα, το ‘ξερες πως εμείς διαβάζαμε ως το πρωί
ξεχνώντας κι αγνοώντας το γιατρό
που δίπλωνε αργά τ΄ακουστικά του κι έλεγε:
«Ο ύπνος προ του μεσονυκτίου έχει διπλή αξία».
Κι ύστερα ανάβοντας το ακτινογραφικό μηχάνημα ξανάλεγε:
«Ανάπαυση, προπαντός ανάπαυση και ψυχική ηρεμία».
Το ‘ξερες και δε μίλαγες.
Μόνο αγρυπνούσες
περιμένοντας να σβήσει η λουρίδα του φωτός και του καπνού
που γλίστραγε κάτω από την πόρτα μας.
Μητέρα μητέρα
στο βάθος ήξερες πως δεν θα υπάρχει ανάπαυση
ήξερες πως το βλέμμα μας σ΄εγκαταλείπει
γλιστρώντας πίσω από τους ώμους σου
όταν μας αγκάλιαζες κι όταν δεν μας αγκάλιαζες.
Το’ ξερες πως θα φύγουμε,
πως θα φεύγουμε.
Ακουγες για τη θάλασσα και τη στεριά
σωπαίνοντας κι απορώντας που άλλοι
γυρίζανε νωρίς και φρόνιμα τα βράδια
να φάνε όλοι μαζί την οικογενειακή τους σούπα.
Α, πώς τους ζήλευες χωρίς να τους αγαπάς
κι έκλεινες σιγανά σε δυο αγκύλες πίκρας το χαμόγελό σου
κοιτάζοντας κρυφά να μη σε δούμε και θυμώσουμε
(…….)
Φοβόσουν και χαιρόσουν
την άπληστη ματιά μας που κάθε μέρα ανακαλύπτει και ξανακερδίζει
ζώντας την ιστορία του κόσμου από την αρχή.
Μητέρα, μητέρα που κρεμιόσουν απ΄ το μπαλκόνι όταν αργούσαμε
κι αγνάντευες το δρόμο
μέσα στην αγάπη μας
πέρα απ΄ την αγάπη μας
είναι μια άλλη αγάπη
άγρια κι αφίλιωτη και τρυφερή
με τη μούρη γδαρμένη, ματωμένη
απ΄ το κυνηγητό και τα συρματοπλέγματα
π΄ ουρλιάζει και πεινάει για μέλλον.
Πηγή: Τίτος Πατρίκιος, «Γη και θάλασσα» (αποσπάσματα), Ποιήματα 1943-1953, εκδόσεις Κέδρος. Διαβάστε εδώ μια σχετικά πρόσφατη συνέντευξη του ποιητή που μιλάει με αφοπλιστικότητα για την αξία της ποίησης και την αληθινή της θέση στη ζωή μας κι εδώ ορισμένα από τα έργα του.
Τώρα γιατί ένα τόσο τρυφερό κείμενο κι ένα τόσο ωραίο ποιήμα μου μαύρισαν την ψυχή πώς να το εξηγήσω; Μάλλον το φθινόπωρο θα φταίει 🙂
Κι εγώ μελαγχολώ όταν το διαβάζω, όχι γιατί είναι φθινόπωρο, αλλά γιατί αναγνωρίζω πως έχει και μια πίκρα η στιγμή που τα πουλιά αφήνουν τη φωλιά…Χαρά και πίκρα μαζί. Χαρά γιατί έκανες καλά τη «δουλειά» σου σαν μαμά και τα βοήθησες να μπορούν να πετάξουν μόνα τους, πίκρα γιατί «αδειάζει» η ζωή όπως την ήξερες μέχρι τότε και σε καλεί να τη «γεμίσεις» διαφορετικά…Ολα αυτά βέβαια είναι εκτιμήσεις, δεν τα έχω ζήσει. Στην πράξη ίσως είναι ακόμα πιο ζόρικα, αλλά κάπως έτσι δεν εξελίσσονται;
Ευχαριστώ που με ενημερώσατε και για άλλα ποιήματα του Τ.Πατρίκιου στο διαδίκτυο, όπως και για τη συνέντευξη, είναι συνοδοιπόρος ζωής ο συγκεκριμένος ποιητής! (στη δική μου ζωή, ευελπιστώ όχι μόνο!)
Η ευχαρίστηση είναι όλη δική μου! Ο Πατρίκιος είναι ένας σπουδαίος ποιητής που – αν και σύγχρονος – δεν «ακούγεται» πουθενά στα μήντια. Πώς να χωρέσει άλλοστε η τρυφερότητα της ποίησης μέσα στον ανόητο καταιγισμό του lifestyle;